Εισαγόμενο το 80% των οπωρολαχανικών και στην Ξάνθη – Β ΄διαλογής και «τσιμπημένα» τα ελληνικά

Τα κόστη παραγωγής «γονατίζουν» τον πρωτογενή τομέα

Γ. Μυλωνάς και Κ. Δαλάτσης, μιλούν στην «Θ»

Εισαγόμενο από Τουρκία, Ισπανία, Ιταλία, Ολλανδία, Αίγυπτο, Ινδία και άλλες χώρες, είναι το 80% των φρούτων και λαχανικών, την ίδια στιγμή που τα περισσότερα αγαθά που παράγει η ελληνική ύπαιθρος φεύγουν στο εξωτερικό, δεδομένης της καλύτερης τιμής που παίρνουν οι παραγωγοί. Αυτό το βασικό συμπέρασμα προκύπτει από το ρεπορτάζ της «Θ», στο οποίο μιλούν ο γνωστός χονδρέμπορος φρούτων, λαχανικών κ. Γιώργος Μυλωνάς και ο πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Τοπείρου κ. Κώστας Δαλάτσης.

«ΕΙΣΑΓΟΜΕΝΟ ΤΟ 80% ΤΩΝ ΦΡΟΥΤΩΝ ΚΑΙ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ – ΤΗΝ Β΄ΔΙΑΛΟΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΘΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΕΙ Ο ΕΛΛΗΝΑΣ»

Πιο αναλυτικά ο κ. Μυλωνάς, εξήγησε στην «Θ» ότι «το 80%, όχι μόνον στα φρούτα και στα λαχανικά αλλά και στα κρέατα και στα γαλακτοκομικά και στα ψάρια, είναι εισαγόμενα. Δυστυχώς. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα (χόρτα ισπανικά, κρεμμύδια ολλανδικά και τουρκικά, μελιτζάνες ιταλικές και ισπανικές, κολοκυθάκια τουρκικά, κουνουπίδια και μπρόκολα τουρκικά, μήλα κατά 90% ιταλικά και ισπανικά, αφού τελείωσαν όλα τα ελληνικά  από τα ψυγεία κ.ο.κ). Τώρα ξεκίνησαν τα πρώτα ελληνικά κολοκυθάκια. Επί 2,5 μήνες είχαμε κολοκυθάκια από την Τουρκία.  Από ελληνικά, βγάζουμε κάτι «χαζομαρούλια» και παίρνουν 0,30€ και 0,40€ οι παραγωγοί. Ευελπιστούμε ότι τον άλλο μήνα θα ξεκινήσουν όλα τα ελληνικά και ότι για 6 – 7 μήνες η Ελλάδα θα έχει φουλ παραγωγή. Βέβαια το καλό πράγμα θα φύγει εξαγωγή, αφού οι ξένοι πληρώνουν διπλάσια τιμή. Οπότε εμείς θα είμαστε πάλι είτε με τα εισαγόμενα προϊόντα είτε με τα ελληνικά προϊόντα β΄διαλογής. Και εσείς αν ήσασταν παραγωγοί, όταν το προϊόν σας μπορείτε να το δώσετε στο εξωτερικό με 1€, θα το δίνατε εδώ με 0,40€; Στο εξωτερικό και σε παρακαλούν και σου τα δίνουν μετρητοίς. Εδώ θα τα δώσεις στον μεσάζοντα και… τρέχα γύρευε. Η ουσία όμως είναι ότι ο Έλληνας καταναλωτής θα καταναλώσει ή εισαγόμενο ή β’ διαλογής σε όσο πιο… ακριβή τιμή γίνεται. Η ελληνική πατάτα αυτήν την στιγμή έχει 0,90€  για να την αγοράσω και η αιγυπτιακή έχει 0,55€. Υπάρχουν τα πάντα για τις μεταφορές και ο,τι χρειάζεται να έρθει, έρχεται. Οι νταλίκες από την Τουρκία έρχονται ατελείωτες».

«ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΑΣ ΑΝΑΓΚΑΣΕ ΝΑ ΠΑΡΑΓΟΥΜΕ ΛΙΓΟΤΕΡΟ»

Από την πλευρά του ο κ. Δαλάτσης υπογράμμισε ότι «πριν λίγο καιρό είχαμε κινητοποιήσεις και διαμαρτυρόμασταν για το κόστος παραγωγής, αλλά ταυτόχρονα και για τις ελληνοποιήσεις που γίνονται σε προϊόντα (αλλά κυρίως για τα  ζωικά προϊόντα που έρχονται από έξω). Το ότι βγαίνουμε και διαμαρτυρόμαστε και λέμε ότι το κόστος είναι υψηλό, δεν το κάνουμε τυχαία. Δεν το κάνουμε για να περάσει η ώρα μας. Το κόστος είναι υψηλό και είναι λογικό όταν ο παραγωγός θα έχει προϊόν προς πώληση να ψάξει να βρει την καλύτερη τιμή. Αν αυτή η καλύτερη τιμή έρχεται από το εξωτερικό – αν το προϊόν είναι για εξαγωγή – σαφώς και θα το προτιμήσει. Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να παράξουμε, για αυτό γίνονται και πολλές εισαγωγές. Δεν ξέρω πόσες εισαγωγές γίνονται, αλλά πρέπει να πούμε ότι αυτές γίνονται και από τριτοκοσμικά κράτη τα οποία δεν έχουν κανέναν έλεγχο στον τρόπο παραγωγής. Ένα από τα αιτήματα που είχαμε κατά την διάρκεια των κινητοποιήσεών μας, ήταν ο ασφυκτικός κλοιός που μας έχουν βάλει για να καλλιεργούμε. Ενώ λοιπόν έχουμε βάλει μια θηλιά στον «λαιμό» του ευρωπαίου – όχι μόνον του Έλληνα – αγρότη για το πώς να καλλιεργεί, γίνονται αθρόες εισαγωγές προϊόντων με ελάχιστους ελέγχους. Οι έλεγχοι είναι δειγματοληπτική. Ας μην γελιόμαστε. Ένας σημαντικός παράγοντας λοιπόν είναι αυτός. Το κόστος και οι αυστηροί έλεγχοι που γίνονται εδώ, ενώ οι έλεγχοι στα προϊόντα που έρχονται από αλλού, είναι τυπικοί. Σαφώς και γίνονται, αλλά γίνονται δειγματοληπτικά. Αναφορικά με τα προϊόντα που φεύγουν έξω, όπως τα ακτινίδια και τα σπαράγγια, στην χώρα μας δεν καταναλώνουμε μεγάλες ποσότητες, αλλά όλο το θέμα έχει να κάνει με το κόστος παραγωγής και με την διάθεση των προϊόντων. Όταν τόσο καιρό λέμε ότι το κόστος στην ενέργεια στον ευρωπαίο αγρότη, αντιστοιχεί στο 4% της καλλιέργειας (σε εμάς είναι 25%), όταν τα φυτοφάρμακά μας είναι 30% ακριβότερα από τον μέσο όρο της Ευρώπης, πώς να ανταγωνιστούμε; Ένα από τα μεγάλα λάθη που είχε η ΚΑΠ, η Κοινή Αγροτική Πολιτική, είναι ότι ήταν κοινή σε αυτά που εισπράττουμε και όχι σε αυτά που πληρώνουμε οι ευρωπαίοι. Μπορεί δηλαδή να είχαμε ένα πλαφόν ενίσχυσης έως 60 ευρώ ανά στρέμμα σε κάθε παραγωγό, αλλά δεν μπορεί να παίρνουμε 60 ευρώ στην χώρα μας με το πετρέλαιο στο 1,70-1,80€ και οι άλλοι στην Ευρώπη να το παίρνουν με 1,20€. Υπάρχουν διαφορές. Όλο ξεκινά και τελειώνει στο υψηλό κόστος παραγωγής, ενώ είναι δύσκολες και οι καλλιέργειες (ντομάτες, λάχανα κλπ). Είναι και νωπά τα προϊόντα και πρέπει να φύγουν αμέσως, ενώ δεν υπάρχουν και υποδομές. Η ελληνική παραγωγή είναι πολύ λίγη, γιατί μας ανάγκασαν να είναι λίγη. Δεν έγινε τυχαία. Έγινε στοχευμένα όλο αυτό. Αν γυρίσουμε μερικές δεκαετίες πίσω θα δούμε ότι είχαμε αυτάρκεια σε πάρα πολλά προϊόντα, ενώ τώρα δεν έχουμε και ο μόνος λόγος είναι το υψηλό κόστος παραγωγής. Δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε, ούτε να πάρουμε το ρίσκο να καλλιεργήσουμε μεγάλες εκτάσεις με ντομάτες ή μαρούλια και να μην έχουμε άμεση διάθεση. Έχουμε το μεγαλύτερο κόστος σε όλη τη Ευρώπη. Μας ανάγκασαν να παράγουμε λιγότερα. Εκεί μας οδήγησαν. Και βλέπουμε ότι ακόμη και τις ενισχύσεις – έστω και αυτές τις μειωμένες – που είναι να πάρουμε, ούτε αυτές κατάφεραν να δώσουν. Πρέπει να έκαναν μεγάλη προσπάθεια για να μην πληρωθούμε. Και στα άλλα κράτη της Ευρώπης – και εκεί που έγινε μείωση ενισχύσεων – τα πήραν τα λεφτά τους. Εμείς για δεύτερη φορά σπέρνουμε ανοιξιάτικες καλλιέργειες και δεν έχουμε εξοφληθεί τις προηγούμενες. Πως λοιπόν να ανταπεξέλθουμε σε όλα αυτά;»