
Εντός του πρώτου τριμήνου του 2026 αναμένεται να ολοκληρωθεί το πιλοτικό πρόγραμμα καταβολής του νέου επιδόματος ανεργίας, το οποίο έχει τεθεί σε εφαρμογή από τον περασμένο Μάρτιο. Ο στόχος είναι η αξιολόγησή του νέου συστήματος και η σταδιακή επέκταση σε όλους τους νέους ανέργους, ώστε να αποτελέσει το μόνιμο πλαίσιο επιδότησης της ανεργίας στη χώρα.
Μέχρι σήμερα, εκτιμάται ότι περίπου 12.000 άνεργοι έχουν ενταχθεί στο νέο καθεστώς, λαμβάνοντας το εμπροσθοβαρές και αναλογικό επίδομα, ενώ από αυτούς πάνω από 2.000 άτομα κατάφεραν να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας πριν ολοκληρώσουν τη λήψη του.
Σύμφωνα με τη ΔΥΠΑ, το όριο των 15.000 συμμετεχόντων που έχει τεθεί για το πιλοτικό πρόγραμμα αναμένεται να συμπληρωθεί μέχρι τον Φεβρουάριο του 2026, γεγονός που θα επιτρέψει στη συνέχεια την πλήρη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.
Το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης με προϋπολογισμό 100 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ το υπουργείο Εργασίας επιδιώκει τη διαμόρφωση ενός επιδόματος που θα είναι απλό, δίκαιο, ανταποδοτικό και προσαρμοσμένο στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Ο τομέας της «απασχολησιμότητας», δηλαδή ο βαθμός στον οποίο το επίδομα βοηθά τον δικαιούχο να επιστρέψει στην εργασία, θα αποτελέσει βασικό κριτήριο για τη μελλοντική του μορφή.
Τι αλλάζει στα ποσά του επιδόματος ανεργίας
Το νέο σύστημα επιδότησης προβλέπει ότι το επίδομα ανεργίας μπορεί να αγγίζει έως και τα 1.295 ευρώ κατά τους πρώτους μήνες της ανεργίας, για δικαιούχους με πολλά χρόνια ασφάλισης και υψηλές αποδοχές κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου. Το αυξημένο ποσό επιδόματος κατά τους πρώτους μήνες της ανεργίας στοχεύει στην έμπρακτη και ουσιαστική στήριξη των εργαζομένων που χάνουν ξαφνικά τη δουλειά τους. Κι αυτό διότι τη συγκεκριμένη περίοδο οι οικονομικές ανάγκες του ανέργου είναι αυξημένες. Ωστόσο στην πορεία το ποσό του επιδόματος αποκλιμακώνεται σταδιακά, ώστε να λειτουργεί ως κίνητρο για ταχύτερη επανένταξη στην αγορά εργασίας.
Στην καθολική εφαρμογή του, πάντως, το νέο μοντέλο θα είναι αναλογικό, κάτι που σημαίνει ότι ορισμένοι δικαιούχοι ενδέχεται να λάβουν χαμηλότερα ποσά σε σχέση με το σημερινό σύστημα, καθώς η παροχή θα συνδέεται τόσο με τις καταβληθείσες εισφορές όσο και με τα συνολικά έτη ασφάλισης. Υπενθυμίζεται ότι για όσους παραμένουν στο ισχύον καθεστώς, το επίδομα παραμένει στα 540 ευρώ μηνιαίως, χωρίς διαφοροποίηση με βάση εισφορές ή έτη εργασίας.
Οι δικαιούχοι του νέου επιδόματος επιλέγονται μέσω ενός αλγορίθμου που υπολογίζει το ποσό που θα ελάμβαναν με το ισχύον σύστημα και με το νέο πιλοτικό καθεστώς. Εφόσον το νέο σύστημα αποδίδει υψηλότερο επίδομα, ο άνεργος εντάσσεται αυτόματα στους συμμετέχοντες του προγράμματος. Η συνολική διάρκεια χορήγησης μπορεί να φτάσει έως και 24 μήνες, ανάλογα με τα ένσημα και το ιστορικό ασφάλισης του δικαιούχου.
Αλλαγές στα ένσημα και τις προϋποθέσεις
Για τη χορήγηση του νέου επιδόματος απαιτείται μεγαλύτερος αριθμός ημερών ασφάλισης. Ενώ μέχρι σήμερα απαιτούνταν τουλάχιστον 125 ημέρες εργασίας (ή 100 για οικοδόμους) εντός του τελευταίου 14μήνου, χωρίς να υπολογίζονται οι δύο τελευταίοι μήνες, στο νέο καθεστώς το όριο αυξάνεται σε 175 ημέρες. Η αλλαγή αυτή στοχεύει στην ενίσχυση της ανταποδοτικότητας του συστήματος, συνδέοντας πιο στενά την παροχή με τη συμβολή του εργαζομένου μέσω εισφορών.
Το επίδομα αποτελείται από δύο μέρη:
Το σταθερό μέρος επιδότησης υπολογίζεται βάσει των αποδοχών του δικαιούχου σε συνάρτηση με το νόμιμο κατώτατο ημερομίσθιο. Κατά το πρώτο τρίμηνο, διαμορφώνεται στο 70% του κατώτατου μισθού (ή του μέσου όρου των προηγούμενων αποδοχών, αν είναι χαμηλότερες).
Στη συνέχεια, το ποσοστό μειώνεται σταδιακά: 60% στο δεύτερο τρίμηνο, 50% στο τρίτο και 40% στο τέταρτο τρίμηνο. Εφόσον η επιδότηση συνεχιστεί για δεύτερο έτος, το ποσό διαμορφώνεται στο 30% του κατώτατου μισθού για το πρώτο εξάμηνο και στο 20% για το δεύτερο.
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι κατά μέσο όρο, στο πρώτο 12μηνο, το ποσοστό επιδότησης παραμένει στο 55% του κατώτατου ημερομισθίου, όπως και στο σημερινό καθεστώς. Το μεταβλητό μέρος επιδότησης συνδέεται με τα έτη ασφάλισης και τον μέσο όρο αποδοχών του δικαιούχου. Αυτό σημαίνει ότι αυξάνεται προοδευτικά για όσους έχουν εργαστεί πάνω από τέσσερα χρόνια, ενισχύοντας τον ανταποδοτικό χαρακτήρα της ασφάλισης κατά της ανεργίας.








