
Μιλά στην «Θ» ο γνωστός οινοποιός, Γ. Βουρβουκέλης
Ποιοτικά ανεβασμένη η φετινή παραγωγή, μετριασμένη η ποσότητα, αλλά… το «βαλάντιο» δεν φτάνει. Αυτά αναφέρει ο γνωστός οινοποιός κ. Γιώργος Βουρβουκέλης, ο οποίος μιλά στην «Θ» για τα δεδομένα της αμπελουργίας και της οινοποιίας σήμερα.
Τα κρασιά της περιοχής μας τα κρατά ακόμη η εξαγωγή στα σούπερ μάρκετ καθώς το «θερμό σημείο» δηλαδή αυτό της εστίασης, αντιμετωπίζει ποικίλα προβλήματα.
Μόνη λύση, κατά τον ίδιο, η μείωση των φόρων γενικότερα και ειδικότερα και στα αλκοολούχα ποτά, μήπως και βελτιωθεί η κατάσταση, που έχει διαμορφωθεί.

ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΗ Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ, ΜΕΤΡΙΑΣΜΕΝΗ Η ΠΟΣΟΤΗΤΑ, ΑΛΛΑ… ΤΟ «ΒΑΛΑΝΤΙΟ» ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ
Αναλυτικότερα, ο κ. Βουρβουκέλης, επισήμανε αρχικά ότι «η αλήθεια είναι ότι όπως όλες οι παραγωγές, έτσι και η αμπελοκαλλιέργεια πλήττεται γενικότερα από την κλιματική αλλαγή. Είχαμε χαμηλά φορτία και υπήρχαν και ξερικοί αμπελώνες όπου είχαμε θέματα. Γενικότερα, όπως έχω πει ξανά, χρειάζεται μια σωστή διαχείριση από τους αμπελουργούς γενικά αλλά και μια μέριμνα από την πολιτεία ώστε να προωθηθούν πιο ανθεκτικές ποικιλίες, που προσαρμόζονται πιο εύκολα σε τέτοιες κλιματολογικές συνθήκες (ανομβρίας και παρατεταμένης ξηρασίας). Το καλό είναι ότι τέτοιες ποικιλίες, έχουμε στην «φαρέτρα» μας σαν περιοχή και σαν Θράκη (μαυρούδι, λιμνιό). Είναι ποικιλίες που αντέχουν σε αυτές τις ξηροθερμικές συνθήκες και προσαρμόζονται άριστα, όπως και πολλές ελληνικές ποικιλίες (π.χ. ασύρτικο που μπορεί και αναπτύσσει αρώματα και οξύτητα σε πολύ δύσκολες συνθήκες). Συνεπώς θέλει μια σωστή διαχείριση. Βέβαια, σε παρατεταμένη και δυνατή μονοκαλλιέργεια, με σύγχρονα μέσα, το νερό είναι απαραίτητο. Οπότε και εμείς αδημονούμε, όπως έχει οριστεί και έχει λάβει τον δρόμο του, το μεγάλο αρδευτικό έργο που θα καταλήγει μέσα στην ζώνη των Αβδήρων, όπου έχουμε και τον τοπικό οίνο. Θα δώσει μεγάλη ώθηση στην αμπελοκαλλιέργεια. Η αλήθεια είναι – ο,τι και αν λένε – οι πιο ανθεκτικές καλλιέργειες στην ζώνη των Αβδήρων, είναι η ελιά και το αμπέλι. Βλέπετε τι γίνεται με τα σιτηρά και τις διεθνείς αγορές και πόσο δύσκολο είναι να τα διαχειριστούμε. Ζούμε σε μια παγκόσμια πλέον κατάσταση και όταν το πετρέλαιο του αγρότη για το τρακτέρ ξεκινά στο 1,60-1,70€ και τώρα έχει πέσει στο 1,50€, αντιλαμβάνεστε ότι είναι νομοτελειακά αδύνατο να καλλιεργήσεις σωστά και να βγάλεις σωστή καλλιέργεια. Οι τιμές είναι συμπιεσμένες. Έχουμε μείνει πίσω στην αγροτική οικονομία. Ο αγρότης (και ο αμπελουργός) πλήττεται γιατί δεν υπάρχει ζήτηση στα προϊόντα μας και δεν έχουν πλέον υπεραξία. Άρα χρειάζεται μεγαλύτερη μέριμνα πάνω σε αυτό. Βέβαια είναι ένας φαύλος κύκλος που καταλήγει στον καταναλωτή. Η αλήθεια είναι ότι η φετινή παραγωγή, ποιοτικά είναι πολύ ανεβασμένη, γιατί ήταν μετριασμένη η ποσότητα. Και πέρσι ήταν πολύ καλά τα πράγματα. Βέβαια υπάρχουν και τα σύγχρονα μέσα και ο τρόπος διατήρησης, έχουν μπει καινούριες ιδέες, καινούρια μηχανήματα για την οινοποίηση κλπ. Και στον νομό μας και γενικότερα, υπάρχει μια ανάπτυξη και καλυτερεύουμε, όσο μπορούμε το πράγμα. Το ζήτημα είναι ότι όση ποιότητα και αν έχουμε, αν το «βαλάντιο» δεν φτάνει, δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε γιατί πλέον τα κόστη είναι μεγάλα και η ποιότητα προϋποθέτει – φυσικά – και μεγαλύτερα έξοδα. Η μόνη «στροφή» που κινούμαστε – και έχουμε κάνει άλματα πάνω σε αυτό – είναι η εξωστρέφεια. Ήδη έχουμε κατακτήσει ξανά από την αρχή (μετά covid) κάποιες αγορές και βλέπουμε ότι ανεβαίνουν. Στην ευρύτερη περιοχή βέβαια, είναι δύσκολα τα πράγματα. Διότι ο κόσμος δυσκολεύεται για να πιει έξω το ποτάκι του και το κρασάκι του. Και αυτό γιατί δεν έχει για τα απαραίτητα».



«ΚΡΑΤΑ» ΚΑΠΩΣ ΤΟ ΜΑΡΚΕΤ – «ΔΥΣΚΟΛΑ» ΣΤΗΝ ΕΣΤΙΑΣΗ
Επίσης, ο ίδιος υπογράμμισε ότι «είναι γενικά στραγγαλισμένα τα πράγματα και το μόνο που κρατά κάπως την αγορά του κρασιού, είναι η ψυχρή αγορά (το μάρκετ) όπου είναι πιο συμπιεσμένες οι τιμές και μπορεί ο καθένας – βάζοντας το χέρι στην τσέπη λίγο πιο «μετριασμένα» – να πάρει το μπουκάλι στο σπίτι του και να το απολαύσει. Αλλά και αυτό δεν είναι λύση. Το καλό είναι να γίνεται κατανάλωση και στο ζεστό σημείο (εστίαση, όπου γενικότερα υπάρχει πληγή και έχουν αυξηθεί τα κόστη και είναι πιο δύσκολα τα πράγματα) και να μπορεί να ανταπεξέρχεται ο κόσμος και να διασκεδάζει. Στις τιμές, είμαστε στην «κορυφή». Ένα ελληνικό κρασί εξάγεται στην Αμερική (παρά τους δασμούς Τραμπ) στα 6,5€. Με τους δασμούς και τα κέρδη θα φτάσει 12-13-14 δολάρια στον έμπορο και αυτός θα το πουλήσει κοντά στα 15 δολάρια. Και είναι φθηνό, γιατί ένα μέσο αμερικάνικο κρασί καλής ποιότητας, πωλείται στο ράφι περί τα 30 δολάρια. Ο κόσμος αγοράζει. Βέβαια είναι δυσανάλογα τα μεγέθη, όταν ο μέσος αμερικάνικος ετήσιος μισθός είναι στα 120.000-150.000 δολάρια. Και εκεί είναι μεν στραγγαλισμένα τα πράγματα, αλλά ο κόσμος έχει άλλη διαχείριση. Εδώ λόγω φόρων, καταστάσεων και αβεβαιότητας, έχουμε φτάσει σε σημείο να μην μπορούμε να ανταπεξέλθουμε. Όταν 1 λίτρο γάλα έχει φτάσει στο 1,5 ευρώ (στην Αμερική έχει 1 δολάριο) ποιος θα κοιτάξει μετά το κρασί; Οι καταναλώσεις έχουν πέσει και προσπαθούμε και εμείς να δημιουργούμε προϊόντα πιο ποιοτικά και πιο ανταγωνιστικά, για να κερδίσουμε από αυτό (μικρότερη ποσότητα σε καλύτερη τιμή και όχι μαζικής παραγωγής που πάλι συμπιέζεται). Και λόγω του ότι έχουν «ανοίξει» πλέον και τα σύνορα στις γειτονικές χώρες, οι καταστάσεις είναι πολύ πιο περίεργες. Έρχεται και χειμώνας, άνοιξαν τα σχολεία και με αυτές τις τιμές που έρχονται στα καύσιμα κλπ, θα υπάρξει μεγάλο πρόβλημα και ο κόσμος έχει κουραστεί. Είναι για δυνατούς λύτες η κατάσταση και η μόνη λύση – κατά την γνώμη μου – είναι να μειωθούν οι φόροι, ακόμη και στα αλκοολούχα ποτά…»

ΠΟΤΕ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΙ ΚΡΑΣΙ Ή ΕΝΑ ΤΣΙΠΟΥΡΑΚΙ, ΔΕΝ ΕΚΑΝΕ ΚΑΚΟ
Τέλος ο ίδιος σημείωσε με έμφαση ότι «ένα μεγάλο πρόβλημα που θέλω να τονίσω είναι η γενικότερη κατάσταση που επικρατεί και με τα social media ,όπου βγαίνει ο καθένας και λέει τα δικά του, χωρίς εμπεριστατωμένες έρευνες και υπάρχει μια μανία ως προς το ότι το αλκοόλ είναι εθιστικό, καρκινογόνο κλπ. Εγώ δεν μπορώ να φανταστώ γιατί δεν μπορεί οι παππούδες μου να ξυπνούσαν το πρωί (πριν 100 χρόνια) και να έβγαζαν όλη την ημέρα με ένα ποτήρι κρασί και ένα ψωμί και να έζησαν 100 χρόνια. Και τώρα ξαφνικά να λέμε ότι το αλκοόλ είναι καρκινογόνο και πεθαίνουμε από αυτό. Και οι συνθήκες παραγωγής τότε ήταν πρωτόγνωρες σε σχέση με τις σημερινές. Εγώ δεν μπορώ να φανταστώ ένα χημικό προϊόν (ένα ποτό) που πίνουν οι νέοι κατά κόρον (με χρώματα, αρώματα, Ε, καρκινογόνες ουσίες) να συγκρίνεται με το κρασί. Είναι παιχνίδια καρτέλ (το ξέρουμε) αλλά και ο κόσμος πρέπει να σκεφτεί λογικά τι είναι καλό για την υγεία του και τι δεν είναι. Ποτέ ένα ποτήρι κρασί ή ένα τσιπουράκι, δεν έκανε κακό. Ίσα ίσα «μαλακώνει» το περιβάλλον, μας ηρεμεί και μας φέρνει πιο κοντά».